|
Μέρος Β'
Κεφάλαιο 8ο
Αφορίζοντας
τον πολιτισμό.
Τι πρέπει να ξέρει ο αθλητής για να νικήσει ; Τι πρέπει να ξέρει ο φίλαθλος για να παρακολουθήσει τους αγώνες ; Τι πρέπει να ξέρει ο δημοσιογράφος για να περιγράψει το αθλητικό γεγονός ; Η απάντηση είναι: Πολλά, πάρα πολλά. Όπως επίσης είναι πολλά, πάρα πολλά και εκείνα που δεν είναι καθόλου απαραίτητο να ξέρει καθένας από αυτούς καθώς δεν τους είναι καθόλου χρήσιμα. Για παράδειγμα δεν είναι καθόλου σημαντικό να γνωρίζουν οτιδήποτε για τον Ελύτη, τον Μπέργκμαν, τον Αριστοτέλη, τον Μπετόβεν, τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Μαρξ, τον Σπινόζα αλλά ούτε και για τον Νίξον, τον Ηράκλειτο, τον Χίτλερ, τον Μάο, τον Αρχιμήδη, τον Τσε, τον Ντάου Τζόουνς, τον Ναπολέοντα, τον Αϊστάιν, τον Φρόυντ, τον Κουροσάβα, τον Μπρέχτ, τον Νίτσε, τον Λανγκ, τον Φειδία και τον Παστέρ. Με άλλα λόγια είναι αρκετά αυτά που δεν είναι καθόλου σημαντικά σε ένα αθλητή. Ο αθλητής οφείλει να γνωρίζει ποιες είναι οι τεχνικές του αθλήματος, ποια είναι τα κατάλληλα παπούτσια, ποια είναι η φόρμα που προσδίδει το απαραίτητο prestise στον αγωνιστικό χώρο, ποια είναι τα σωστά και «ακίνδυνα» βοηθήματα και πως μπορεί να τα βρει. Όλα αυτά είναι πολλά. Αν προσθέσουμε και την απαραίτητη ενημέρωση γύρω από την ιστορία του αθλήματος και των αγώνων αλλά και τις αναγκαίες επαφές για να ανοίξουν κάποτε οι πόρτες των μεγάλων διοργανώσεων θα δούμε ότι ο ελεύθερος χρόνος που απομένει συνυπολογιζόμενου και του χρόνου προπόνησης είναι πραγματικά ελάχιστος. Πότε λοιπόν να διαβάσουμε, πότε ν’ ασχοληθούμε με όλα τα υπόλοιπα, πότε να μάθουμε για όλους αυτούς και τους τόσους άλλους. Και τι να πρωτομάθουμε για το ποιοι ήταν και τι έκαναν όλοι αυτοί που στο κάτω-κάτω δεν ήταν ούτε καν αθλητές ; Μπορούμε να τους αφήσουμε για τότε που θα έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Μην ψάχνεις φίλε μου να βρεις ποιος θα βγάλει το φίδι από τη τρύπα. Τώρα που όλα πήγαν στα αζήτητα, αν δεν το βγάλεις εσύ, δεν πρόκειται να βγει ποτέ. Εκεί θα μείνει. Συμπέρασμα. Ο αθλητισμός δεν περιέχει κανένα στοιχείο Παιδείας, κανένα δηλαδή στοιχείο που να αφορά σε ζητήματα γύρω από θέματα επιστήμης, πολιτισμού και τέχνης. Κι’ ας έρθουμε στο φίλαθλο. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει πολύ χρόνο για «τον εαυτό του». Οι ώρες του ύπνου, της δουλειάς και των μετακινήσεων ξεπερνούν τις 18 κάθε μέρα. Τι απέμεινε ; 8 ώρες για όλα τα άλλα. Μαγείρεμα, καθαριότητα σπιτιού, πλύσιμο, συναντήσεις με γονείς και αδέλφια και αν μάλιστα υπάρχουν και παιδιά, ο χρόνος που απομένει τελικά είναι ελάχιστος. Μια ή δυο, το πολύ τρεις ώρες την ημέρα είναι αυτό που λέμε ελεύθερος χρόνος. Σ’ αυτό το χρόνο ο άνθρωπος «οφείλει» να κάνει πολλά. Να χαλαρώσει, να ηρεμήσει, να ξεκουραστεί, να δείξει τρυφερότητα και αγάπη στους δικούς του, να παίξει με τα παιδιά του, να δει τους φίλους του, να κάνει αυτό που τον ευχαριστεί και τέλος να «δουλέψει» για τον εαυτό του. Δηλαδή να σκεφθεί, να διαβάσει, να ακούσει και να δει πράγματα και ζητήματα που θα τον βοηθήσουν να «προχωρήσει» το δρόμο της ολοκλήρωσής του που είναι και το τελικό ζητούμενο για όλους. Μέσα σ’ αυτό το χρόνο ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίσει τον κόσμο και τον πολιτισμό. Είναι φανερό πως αν αυτός ο χρόνος «ξοδευτεί» άσκοπα, ο άνθρωπος «μένει πίσω». Αν αυτός ο χρόνος «ξοδευτεί» στην ενασχόληση ή την παρακολούθηση αθλητικών γεγονότων, τότε είναι χαμένος χρόνος. Η ψυχαγωγία είναι αναντίρρητα απαραίτητη για τον άνθρωπο. Η χαλάρωση, η ξεκούραση και η επαφή με τις τέχνες είναι ουσιαστική υπόθεση. Το ζήτημα είναι πότε μπορούμε να μιλάμε για ψυχαγωγία και πότε για διασκέδαση. Έχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρούμε τις δυο έννοιες ταυτόσημες και αυτό είναι λάθος. Διασκεδάζω σημαίνει παραμορφώνω, εκτρέπω το υπάρχον, κι αυτό εννοεί δημιουργώ μια κατάσταση ευχάριστη αλλά χωρίς περιεχόμενο. Ψυχαγωγούμαι σημαίνει υφίσταμαι αγωγή ψυχής και αυτό εννοεί βιώνω μια κατάσταση ευχάριστη με περιεχόμενο και ουσία που διδάσκει και προβάλλει τις αξίες και τον πολιτισμό. Κάποτε πρέπει να κάνουμε σαφή αυτό το διαχωρισμό, και ακόμη πρέπει να καταλάβουμε ότι τα αθλητικά γεγονότα δεν ανήκουν στα ψυχαγωγικά. Το είπα και το ξαναλέω, για το «σύστημα» ο σκεπτόμενος πολίτης είναι απειλή. Ο σκεπτόμενος πολίτης υποτάσσεται δύσκολα. Το «σύστημα» επιθυμεί πολίτες που ξέρουν λίγα και που έχουν άποψη για ακόμη λιγότερα. Έτσι βολεύεται πολύ όταν πηγαίνουμε στα γήπεδα και κάνει ότι μπορεί για να μας ενθαρρύνει ώστε να πάμε. Αν πάλι εμείς αντιστεκόμαστε, τότε μας φέρνει το γήπεδο στο σαλόνι μας μέσα από την οθόνη της τηλεόρασης. Ζούμε σε μια εποχή που όλα «τρέχουν». Ο όγκος των πληροφοριών και των δεδομένων που προσφέρονται για μελέτη και επεξεργασία είναι πλέον «ατέλειωτος». Η πρόσβαση στις πηγές μέσω της τεχνολογίας και των ηλεκτρονικών δικτύων ευχερέστατη. Οι ευκαιρίες που προσφέρονται σήμερα στον άνθρωπο για να «αγγίξει» τη γνώση είναι μοναδικές και πολλαπλάσιες από εκείνες που προσφέρονταν σε οποιαδήποτε άλλη εποχή. Ποτέ στην ιστορία δεν είχαμε τέτοιες δυνατότητες πρόσβασης και μελέτης σε κάθε τομέα της επιστήμης και του πολιτισμού. Είναι σίγουρα η πρώτη φορά που ο άνθρωπος έχει την ευκαιρία μιας τόσο σφαιρικής και ολοκληρωτικής προσέγγισης στα ζητήματα και τις θεμελιώδεις αναζητήσεις που απασχολούν το νου και το πνεύμα. Έχουμε φτάσει κοντά στο κομβικό σημείο των αποκαλύψεων των μεγάλων κοσμικών και υπαρξιακών «αληθειών» και των απομυθοποιήσεων. Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ανθρωπότητα κοντεύει να περάσει από την εφηβεία στην εποχή της ωριμότητας, πάντως οι αλλαγές που θα προκύψουν από τα νέα δεδομένα της τεχνολογικής εξέλιξης σίγουρα θα είναι εντυπωσιακές και ραγδαίες. Ο κόσμος αλλάζει. Πολλά αναπάντητα για αιώνες ερωτήματα, απαντήθηκαν. Κάποια άλλα βρίσκονται στο «τραπέζι» και φαίνεται πως δε θα χρειαστεί να περιμένουν πολύ ακόμη. Εδώ λοιπόν, μέσα σ’ αυτή την κοσμογονία. Τώρα που ο πολίτης μπορεί να «μάθει» και να «ζητήσει», αυτοί που ασχολούνται με τη χειραγώγηση των μαζών, ανησυχούν. Ανησυχούν πολύ, και είναι δικαιολογημένο. Όσο η γνώση, η παιδεία και ο πολιτισμός εξαπλώνονται, οι απαιτήσεις αυξάνουν, οι διεκδικήσεις εντείνονται, τα περιθώρια χειραγώγησης μικραίνουν. Δυνητικά τουλάχιστον αυτή είναι η ακολουθία. Ο σκεπτόμενος πολίτης διεκδικεί. Το «σύστημα» που δεν δίνει ποτέ τίποτα χωρίς να του ζητήσουν, αναγκάζεται να δώσει. Αυτό δεν αρέσει στο «σύστημα». Έτσι είναι. Τώρα αν η ακολουθία δεν επιβεβαιωθεί, αν φτάσουμε στο σημείο, το μόνο που θα διεκδικούμε να είναι ένα τίμιο πρωτάθλημα και μια δίκαιη διαιτησία, καλά να πάθουμε. Θα είμαστε άξιοι της τύχης μας. Όταν ποτίζεις μια νεραντζιά, το καλύτερο που μπορεί να περιμένεις είναι να πάρεις νεράντζια. Όταν ξημεροβραδιάζεσαι στα γήπεδα... Γκολ, και τα μυαλά στα κάγκελα.
Ένθετο. Η γλώσσα του γηπέδου.
Η γλώσσα. Η γλώσσα είναι το βασικό εργαλείο που επέτρεψε στον άνθρωπο να κυριαρχήσει στη Γη. Με τη γλώσσα μετέφερε τις εμπειρίες του από γενιά σε γενιά και με αυτή συνέλαβε, προσδιόρισε και επικοινώνησε τις αφηρημένες έννοιες βάζοντας τις βάσεις του πολιτισμού. Η γλώσσα, το εργαλείο που αναπτύχθηκε και έδωσε το γραπτό λόγο και εμπλουτίστηκε για να γίνει ο μεγάλος θησαυρός με τις χιλιάδες λέξεις και τα χιλιάδες λήμματα. Η γλώσσα, η άμοιρη που της έμελλε να «σκοτώνεται» καθημερινά, ασύστολα και χωρίς αιδώ, που της έμελλε να ξεχνιέται, να χτυπιέται και «βιάζεται» στους διαδρόμους των αποδυτηρίων και όχι μόνο. Για λόγους τάξεως, θα αρχίσω από τους δημοσιογράφους του γραπτού και κυρίως του ηλεκτρονικού τύπου. Κάποτε οι δημοσιογράφοι ήταν πρώτα φιλόλογοι. Η δημοσιογραφική γλώσσα αντιπροσώπευε την «επίσημη» γλώσσα της εποχής. Ο δημοσιογράφος κρατούσε την ισορροπία ανάμεσα στην καθομιλουμένη και την «υπηρεσιακή» γλώσσα. Η εφημερίδα ήταν «σχολείο». Σήμερα οι δημοσιογράφοι, με λίγες αλλά πραγματικά λαμπρές εξαιρέσεις, δεν είναι καθόλου φιλόλογοι. Είναι ειδικοί. Τι ειδικοί δηλαδή, υπερ-ειδικοί. Όταν ακούς είμαι δημοσιογράφος, αθλητικογράφος με ειδικότητα μπάσκετ και υπερειδικότητα ρεπορτάζ Ολυμπιακού τι να πεις. Μοιάζει με το γιατρός, χειρουργός, οφθαλμίατρος, ειδικός στον καταρράκτη και υπερειδικός μόνο για το αριστερό μάτι. Άντε τώρα αυτός να διαβάσει καρδιογράφημα. Το τι «εγκλήματα» κάνουν κάθε μέρα αυτά τα παντελώς αμόρφωτα στην πλειοψηφία τους παιδιά, δεν λέγεται. Το τι "κοτσάνες" αμολάνε ιδιαίτερα όταν αναγκάζονται να ξεφύγουν από την "πεπατημένη" δεν περιγράφεται. Το τι έχει πάθει εκείνη η δύσμοιρη η γενική δε λέγεται. Παρ’ όλα αυτά παραμένουν στις θέσεις τους και αυτό δείχνει πολλά. Δείχνει πως οι προϊστάμενοί τους δεν θεωρούν την απόλυτη αμάθεια ως πρόβλημα. Δείχνει ακόμη πως το κοινό που τους παρακολουθεί δεν εξεγείρεται πράγμα που σημαίνει πως δεν έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις. Δείχνει με δυο λόγια πως ο χώρος σηκώνει αυτό το επίπεδο «καλλιέργειας». Και ας δούμε τώρα τη γλώσσα των πρωταγωνιστών, των παικτών. Αν θέλετε της πλειοψηφίας των παικτών, έτσι για να μην αδικήσω και τους λίγους που αποτελούν την εξαίρεση. Πέντε φράσεις αποτελούν, το ότι έχουμε ακούσει. Φράση πρώτη : Θα τα δώσουμε όλα. Φράση δεύτερη : Θα μπούμε δυνατά. Φράση Τρίτη : Θα παίξουμε το παιχνίδι μας Φράση τέταρτη: Με τη βοήθεια του κόσμου μας. Φράση πέμπτη: Είναι πολύ μεγάλη ομάδα, τη σεβόμαστε αλλά δεν την φοβόμαστε. Μετά τους αγώνες ακολουθούν παραλλαγές των πιο πάνω ανάλογα με το αποτέλεσμα ως εξής: Φράση πρώτη : Τα δώσαμε όλα. Φράση δεύτερη : Μπήκαμε δυνατά. Φράση Τρίτη : Παίξαμε το παιχνίδι μας Φράση τέταρτη: Ο κόσμος μας ήταν φανταστικός. Φράση πέμπτη: Είναι πολύ μεγάλη ομάδα και δίκαια μας κέρδισε ή δεν την φοβηθήκαμε και κερδίσαμε δίκαια. Αυτά τα παιδιά κερδίζουν μερικά εκατομμύρια κάθε μήνα, και κάποια κερδίζουν εκατομμύρια κάθε μέρα. Για τον αθλητικό τύπο τα είπαμε αλλού και μας έμειναν οι φίλαθλοι, η εξέδρα. Η γλώσσα της εξέδρας χαρακτηρίζεται από την ασύλληπτης έκτασης βωμολοχία και ξετσιπωσιά. Δεν υπάρχει φράση χωρίς μια τουλάχιστον βαριά βρισιά. Οι βρισιές απευθύνονται στους αντίπαλους και στον διαιτητή αλλά και σε διάφορες άλλες κατευθύνσεις. Το κυρίαρχο ρήμα είναι το γνωστό μετά της γενετήσιας ορμής σχετιζόμενο. Δηλαδή εκείνο που περίμενε να ακούσει ο τύπος που ρωτούσε «Τι σου κάνω μάνα μου» στο πρώτο πρόσωπο. Πολλοί τύποι αυτού του ρήματος παρουσιάζονται ανάλογα με την περίσταση. Παθητική φωνή για ...τον Θρύλο και τον Πειραιά, τον ΠΑΟ και τη Λεωφόρο ή τη μάνα του διαιτητή. Το παράγωγο ουσιαστικό σε φράσεις προς παίκτες και φιλάθλους της αντίπαλης ομάδας όπως «Θέλετε .... για να μάθετε» και άλλα σχετικά. Ακολουθούν το γνωστότατο επίθετο πεομαλάκτης στην καθομιλουμένη και ακόμη τα αντίστοιχα των ομοφυλόφιλος, αμφίφιλος, αλλά και μη απολύτως καθορισμένης έννοιας ύβρεις όπως καριόλης, κουφάλα και άλλες γνωστές λέξεις όπως ξεφτίλας, τσάτσος και πουλημένος. Σε πολλές φράσεις χρησιμοποιούνται τα αντίστοιχα στην καθομιλουμένη των λέξεων πέος και αιδοίο αλλά και πρωκτός, σε συνδυασμό με ενέργειες που γίνονται από ή σε αυτά αναλόγως. Τι να πούμε για τη γλώσσα της εξέδρας. Παιχνίδι με τις λέξεις κάνω έτσι για να μην το σοβαρέψουμε γιατί το ζήτημα δεν το σηκώνει. Στη Γαλλία υπάρχει σήμερα μια εταιρεία για τη Προαγωγή και Διάσωση της Ελληνικής Γλώσσας και της Κλασσικής Παιδείας με επτά χιλιάδες μέλη. Αυτά στη Γαλλία.
|
Copyright 1999-2010 Θοδωρής Καστρινός Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την παράκληση-προϋπόθεση να αναφέρεται η πηγή |