Ο θρησκευτικός φόβος

Θεόδωρος Ν. Καστρινός

05/09/2000

(απόσπασμα)

Το πρόβλημα της εξουσίας είναι πως οφείλει να υποτάσσει σύνολα που είναι ανομοιογενή. Δηλαδή σύνολα που αποτελούνται από μονάδες διαφορετικού μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου. Έτσι είναι υποχρεωμένη να χρησιμοποιεί ταυτόχρονα ποικίλες μεθόδους και τακτικές προκειμένου να καλύψει τις απαραίτητες προϋποθέσεις πρόκλησης φόβου και συνεπώς υποταγής σε κάθε ένα από αυτούς. Παλαιότερα τα επίπεδα αυτά διέφεραν λίγο μεταξύ τους, σήμερα οι αποστάσεις μεγάλωσαν. Παρόλα αυτά η παλιά γνωστή και καθολικά πετυχημένη στο παρελθόν συνταγή του θρησκευτικού φόβου συνεχίζει και σήμερα να λειτουργεί έστω κι αν δεν απευθύνεται πλέον σε όλους.

Ο θρησκευτικός φόβος σχετίζεται με το αναπόφευκτο του θανάτου. Ο θάνατος και η ανυπαρξία είναι η μεγαλύτερη και πλέον ακατανόητη απειλή. Ο ανθρώπινος νους αρνείται να τη δεχτεί και αναζητά εναγώνια απάντηση και τρόπο αντιμετώπισης του απελπιστικού επερχόμενου. Εδώ αναπτύχθηκε η θρησκευτική θεωρία. Η προσδοκία μιας συνέχισης της ύπαρξης και της ζωής μετά το θάνατο απετέλεσε ένα ενδεχόμενο που συγκίνησε και που πολλοί θα ήθελαν να προσεταιριστούν. Έτσι αποδεχόμενοι τη θεωρία της μετά θάνατο ζωής απαλλάχτηκαν από την απέλπιδα αναζήτηση λύσεων στο άλυτο ζήτημα της ανυπαρξίας ελευθερώνοντας έτσι το νου τους από ένα δυσβάσταχτο βάρος. Το αποτέλεσμα θα έλεγε κανείς πως σε πρώτη ανάγνωση είναι θετικό, όμως αν λάβουμε υπόψη μας ότι βασίζεται σε μια εντελώς υποθετική και καθόλου στέρεα βάση θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μια απαράδεκτη υπεκφυγή και άρνηση της πραγματικότητας που καθόλου δε διευκολύνει τη προσπάθεια για αυτογνωσία που αποτελεί θεμελιακό σκοπό του καθενός. Ακόμη αν δούμε το πως αυτή η ιδέα έγινε μέσο στην εξυπηρέτηση των στόχων του συστήματος σε βάρος των αδαών τότε θα κατατάξουμε το φαινόμενο στα άκρως επικίνδυνα και αρνητικά.

Ο θεός είναι η αναγκαία ανθρώπινη επινόηση που θεμελιώνει τη θρησκευτική ιδέα. Υπάρχει κάτι άπειρα μεγάλο και ακατανόητο που λειτουργεί με τους δικούς του άγνωστους όρους, που ενοχοποιείται για τη δημιουργία των πάντων και που εξασφαλίζει τη μετά θάνατο ζωή με όρους που εκείνος μπορεί να ορίζει και που εμείς οφείλουμε να αγνοούμε επειδή δεν μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθός του. Ο θεός οφείλει και πρέπει να είναι πανάγαθος, πάνσοφος, παντοδύναμος και πανταχού παρών ώστε να ελέγχει κάθε στιγμή τις όποιες πράξεις του καθενός. Έτσι κάθε πράξη που έχει οριστεί ως «καλή» από τους αρμόδιους επί γης εκπροσώπους του ελέγχεται όπως άλλωστε και κάθε «κακή». Αυτή η ιδέα διδάσκει υποταγή και ελέγχει τα άτομα χωρίς την ύπαρξη ηλεκτρονικών μέσων, μικροφώνων και κατασκοπευτικών δορυφόρων. Θα έλεγε κανείς πως είναι η καταπληκτικότερη ιδέα χειραγώγησης που έχει καταγραφή στην ανθρώπινη ιστορία. Σήμερα βέβαια αυτή η ιδέα δεν αφορά πολλούς. Ο συμβιβασμός με την ιδέα του θανάτου και οι απαντήσεις που δίνονται καθημερινά από την επιστήμη ξεθωριάζουν την υπερκόσμια εικόνα και τα θαύματα που αποτελούσαν αποκλειστικά θεϊκό έργο. Όμως παρόλα αυτά η ιδέα συνεχίζει να είναι αποτελεσματική για μεγάλο αριθμό ατόμων.

Η θρησκείες βασίζονται στο φόβο. Χωρίς το φόβο του αιώνιου μαρτυρίου, της απώλειας του παραδείσου και του βασάνου που επιφέρει η ανυπακοή δεν θα υπήρχαν. Ο ρόλος του σατανά είναι ίσως σημαντικότερος στη συγκράτηση των θρησκευόμενων από εκείνο του θεού.

Η ιδέα της αποδοχής του υπερκόσμιου φόβου αποτελεί το καλύτερο μέσο για την αποδοχή και άλλων επίγειων εξουσιών. Η διδασκαλία της υποταγής μέσω του θρησκευτικού φόβου διασφαλίζει την αυριανή συμπεριφορά απέναντι στην επίγεια κρατική, υπερκρατική ή άλλη εξουσία.

Ο θεός είναι εξουσία, η υποταγή στο θεό είναι υποταγή σε εξουσία και μάλιστα υποταγή χωρίς όρους. Απολύτως χωρίς κανένα όρο.

Έτσι η αγαστή συνεργασία θρησκείας και επίγειας εξουσίας είναι αναμενόμενη και ιστορικά επιβεβαιωμένη σε όλες τις εποχές. Ο άρχων, ήταν άρχων ελέω θεού και συνεπώς όποιος τολμούσε να τον αντιστρατευτεί, αυτόματα αντιστρατευόταν το θεό. Το ανεξήγητο και η απόλυτη υποταγή στη θεία εξουσία μεταβιβαζόταν τώρα και στην επισφαλή επίγεια η οποία αποκτούσε κύρος και στέρεα βάση. Προκειμένου να εξασφαλίζονται τα παραπάνω δεδομένα ο άρχων φρόντιζε να είναι ο αδελφός του καρδινάλιος, δηλαδή εκπρόσωπος του θεού επί της γης και έτσι η συνεργασία των ουράνιων και των επίγειων δυνάμεων να είναι άριστη.

Όπως η κάθε εξουσία επιδιώκει την διατήρηση του επίπεδου παιδείας χαμηλά, έτσι και η θρησκευτική εξουσία έχουσα τα ίδια συμφέροντα και την ίδια εξουσιαστική δομή οφείλει να κάνει το ίδιο. Και το κάνει. Μάλιστα το κάνει και με το παραπάνω καθώς η δική της δύναμη οφείλεται ακριβώς στο χαμηλό επίπεδο παιδείας. Έτσι η θρησκευτική εξουσία γίνεται ο μεγαλύτερος μηχανισμός καθυστέρησης και αναστολής της προόδου. Ο θρησκευτικός φόβος είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση φανταστικού φόβου που λειτουργεί ως εξουσιαστικό μέσο.

Επειδή ακριβώς το μόνο όπλο που διαθέτει το θρησκευτικό εξουσιαστικό σύστημα είναι ουσιαστικά ο φόβος, έχει δουλέψει χρόνια πάνω σ’ αυτό και έχει εξελίξει το φαινόμενο σε πραγματική επιστήμη. Έχει δημιουργήσει ένα αόρατο φανταστικό κόσμο απειλών αλλά και ένα σύνολο λύσεων τα οποία λειτουργούν με κανόνες που σχετίζονται με την αποδοχή- υποταγή στα κελεύσματα του συστήματος. Οτιδήποτε δε συμφωνεί με τις επιταγές του συστήματος είναι έργο του κακού και συνεπώς χωρίς καμιά εξήγηση και καμιά τεκμηρίωση ρίπτεται στο πυρ το εξώτερο. Οτιδήποτε, όσο παρανοϊκό κι αν είναι, συμφωνεί με το σύστημα είναι καλό και συνεπώς αυτόματα κινητοποιεί προς αρωγή του πράττοντος όλες τις ανίκητες δυνάμεις του συστήματος δηλαδή τα καλά πνεύματα, αγγέλους, οσίους, αγίους και λοιπά ενώ σε αντίθετη περίπτωση κινητοποιούνται, από μόνα τους αυτή τη φορά, όλα τα κακά πνεύματα δηλαδή οι δαίμονες και ο σατανάς αυτοπροσώπως προς τιμωρία του παραβάτη. Ουσιαστικά το σύστημα βασίζεται στην απειλή πως αν κάποιος δεν υποτάσσεται θα τιμωρηθεί και μάλιστα πολύ αυστηρά με τιμωρίες που αδυνατεί να αποφύγει καθώς η άμυνα και η αντίσταση έναντι των αόρατων δυνάμεων δεν είναι δυνατόν να σχεδιαστεί από το άτομο χωρίς τη συνδρομή των καλών αόρατων δυνάμεων που βρίσκονται στη δικαιοδοσία του εξουσιαστού, δηλαδή του θρησκευτικού συστήματος. Με απλά λόγια ο φόβος που εξαπολύει το θρησκευτικό σύστημα είναι μη αντιμετωπίσιμος και το άτομο αδυνατεί να οργανώσει σχέδιο άμυνας. Αυτά βέβαια μέχρι τη στιγμή που θα αποφασίσει να απορρίψει εντελώς το σύστημα και να απαλλαγεί οριστικά από αυτό και από ότι αυτό φέρει.

Η επίγεια εξουσία είναι φανερό ότι χρειάζεται το θρησκευτικό εξουσιαστικό σύστημα και γι αυτό το ενισχύει. Οι εκκλησίες απέκτησαν και καθημερινά συνεχίζουν να αποκτούν μεγάλη δύναμη. Σήμερα μάλιστα εκσυγχρονίζονται και χρησιμοποιούν τις μοντέρνες μεθόδους μάρκετιγκ ώστε να γίνονται λαοφιλείς. Αυτά βέβαια διαιωνίζονται με τη προϋπόθεση της διατήρησης του επιπέδου παιδείας των εξουσιαζομένων όσο γίνεται χαμηλότερα.

Ο μηχανισμός δράσης της θρησκευτικής εξουσίας δεν εξαντλείται μέσα στις εκκλησίες και τα θρησκευτικά βιβλία. Η υποστήριξη της θεμελιώδους θέσης, ότι δηλαδή υπάρχει ένας αόρατος κόσμος που ενεργεί έξω από κάθε γνωστό και συνεπώς αντιμετωπίσιμο κανόνα ενισχύεται με δεκάδες τρόπους και μεθόδους και εκτείνεται σε πολλούς τομείς.

Ιστορίες, βιβλία, ταινίες, διηγήσεις και θρύλοι που δε σχετίζονται άμεσα με τα θρησκευτικά, ασχολούνται και εμμέσως βεβαιώνουν πως αυτός ο «άλλος» κόσμος είναι υπαρκτός. Σωτήρες άγγελοι, υπερφυσικοί αρωγοί, δαιμονικά πνεύματα, παράξενες παρουσίες, φαντάσματα, βαμπίρ, λυκάνθρωποι, βρικόλακες, ζώα και πουλιά με ανθρώπινη φωνή, μαγικά ραβδιά, ιπτάμενες σκούπες και χαλιά, ζόμπι, νεκροκεφαλές που μιλάνε, νεκροί που ζωντανεύουν, νεράιδες, μάγισσες, ανίκητα σπαθιά, άνθρωποι που πετάνε, προφήτες, θεραπευτές, μυστικές φράσεις που ανοίγουν πόρτες και τόσα άλλα γεμίζουν τη φαρέτρα των πιστοποιητικών της ύπαρξης του «άλλου» κόσμου.

Σήμερα μια ολόκληρη βιομηχανία παράγει προϊόντα υποστήριξης αυτής της ιδέας. Μια βιομηχανία που εστιάζει επιλεκτικά τη δράση της στη παιδική ηλικία βάζοντας τις βάσεις για ένα υποταγμένο αύριο.

Τα παιδιά έχουν το μειονέκτημα της άγνοιας πολλών πραγμάτων, έτσι η παράδοξη πληροφορία είναι ευκολότερα αποδεκτή. Το παιδί δεν έχει την ευχέρεια να οργανώσει σενάριο αντιμετώπισης όπως ο ενήλικας, έτσι η αποδοχή της ιδέας και η εναπόθεση της λύσης στη βοήθεια που παρέχει το σύστημα είναι μια καλή λύση. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την υποταγή στους όρους του συστήματος όμως αυτό για το παιδί είναι λιγότερο επώδυνο. Έτσι το παιδί μαθαίνει να υποτάσσεται και δυστυχώς ότι μαθαίνει μικρό δύσκολα το ξεχνά όταν μεγαλώσει. Γι’ αυτό το σύστημα στοχεύει κύρια στα παιδία. Είναι ο ευκολότερος και ο αποδοτικότερος στόχος.